epifania2

Τα Θεοφάνεια παλιά στον Πόρο

Από: | Ιανουαρίου 2nd, 2015 | 0 Σχόλιο

Tags:

Γράφει ο Γιάννης Πουλάκης – 

«Σήμερα τα φώτα κι ο φωτισμός κι αύριο του Άη Γιάννη κι ο κάθε κατεργάρης στον πάγκο του», έλεγαν οι παλιοί Ποριώτες, μια και τέλειωνε το «δωδεκαήμερο» των γιορτών και ο κόσμος αποχαιρετούσε τις διακοπές και τα σχολιαρόπουλα γύριζαν πίσω στα θρανία τους.

Τα «Θεοφάνεια» είναι αρχαιότερη γιορτή από τα Χριστούγεννα, εφόσον καθιερώθηκε σαν γιορτή πριν από τα Χριστούγεννα και γιορτάζουμε τη βάπτιση του Ιησού στον Ιορδάνη ποταμό από τον Ιωάννη τον Πρόδρομο, τον λεγόμενο και «Βαπτιστή.

Στις αρχές του 30ού έτους της  ηλικίας του Χριστού, ο Ιωάννης ο Πρόδρομος, γιος του Ζαχαρία και της Ελισάβετ, ο επιλεγόμενος και μετέπειτα Βαπτιστής, που ήταν έξι μήνες μεγαλύτερος από τον Ιησού κι έμενε στην έρημο ασκητεύοντας και κηρύσσοντας το βάπτισμα της μετάνοιας, είδε με έκπληξη να έρχεται σ’ αυτόν ο Χριστός και τον βάπτισε στον Ιορδάνη ποταμό.

Λατρεία των νερών έχει χαρακτηριστεί η γιορτή των Θεοφανείων. Ανοίγουν οι ουρανοί, η θάλασσα γλυκαίνει, οι αέρηδες μερεύουν, οι καρδιές γαληνεύουν. Τα Φώτα πρωτοφορούσαν οι άνθρωποι τα καινούρια ρούχα για να «φωτιστούν» και τότε άρχιζαν τα θαλασσινά ταξίδια οι παλιοί ναυτικοί με τα καΐκια. «Τώρα αγιάζουν τα νερά και φεύγουν τα καράβια» έλεγαν.

Από την παραμονή των Θεοφανείων όλα προετοιμά-ζονταν για τη μεγάλη γιορτή. Στην εκκλησία ψελνόταν η ακολουθία των Μεγάλων Ωρών, πολύ νωρίς, από το χάραμα κιόλας, για να προλάβαιναν οι παπάδες να βγουν στα σπίτια των ενοριών τους για τον αγιασμό.  Ύστερα ακολουθούσε ο Μεγάλος Αγιασμός με ευχές και ύμνους.  Η ευλόγηση των υδάτων γινόταν την παραμονή μόνο μέσα στην εκκλησία. Μετά την απόλυση, ο παπά Στέργιος στον Άγιο Κωνσταντίνο, ο παπά Γιώργης στον Άγιο Γεώργιο και ο παπά Βαγγέλης στην  Ευαγγελίστρια  έπαιρναν από το  αγιασμένο νερό αγιασμό κι έβγαιναν ν’ αγιάσουν στα μαγαζιά και στα σπίτια της ενορίας τους. Ένας μικρός ή ένας επίτροπος της εκκλησίας ακολουθούσε τον παπά στις γειτονιές της ενορίας του. Στον Άγιο Κωνσταντίνο, ο παπά Στέργιος, φορώντας το πετραχήλι του, ακολουθούμενος από ένα μικρό παιδί και τη νεωκόρισσα, την κυρά Φλώρα Δρούδε, που ο κόσμος την ήξερε σαν «Μακαρονού), πήγαινε στα σπίτια, άνοιγε την πόρτα της κουζίνας και ψέλνοντας με τη βαθειά φωνή του, κρατώντας ψηλά τον σταυρό, ράντιζε μ’ ένα πλούσιο κλωνάρι βασιλικού με αγίασμα το σπίτι. Μετά έπαιρνε από το χέρι του παιδιού το θυμιατήρι και θυμιάτισε ψέλνοντας όλα τα δωμάτια, ακόμα και την κρεβατοκάμαρα. Το σπίτι γέμιζε από καπνούς και την ευωδία του λιβανιού. Ύστερα έπιανε την αγιαστούρα και τίναζε τον αγιασμό με το κλωνάρι του βασιλικού στο ταβάνι, στους τέσσερις τοίχους, στις πόρτες. Στο τζάκι έριχνε περισσότερο αγιασμό για να φύγουν οι καλικάντζαροι. Τελευταία άγιαζε όλο τον κόσμο του σπιτιού, ρίχνοντας αγιασμό με το βασιλικό στο κούτελο και αυτοί με τη σειρά τους δεχόντουσαν με ευλάβεια τον αγιασμό, φιλούσαν το χέρι του παπά κι έκαναν με κατάνυξη τον σταυρό τους.

Ευχαριστώ πάτερ, του έλεγε η νοικοκυρά κι έριχνε μερικά κέρματα στο μικρό κουβά με τον αγιασμό που κρατούσε το παιδάκι. Βλέπεις τότε οι παπάδες δεν έπαιρναν μιστό από το κράτος και αυτά τα λεφτά τους ήταν απαραίτητα για την επιβίωσή τους.

Με τον τρόπο αυτό όλα τα σπίτια του νησιού έπαιρναν την «πρωτάγιαση». Έτσι ησύχαζε ο κόσμος από τους φόβους των ξωτικών και των καλικάντζαρων, που είχαν έρθει στη γη για το δωδεκαήμερο των Χριστουγέννων για να πιλατεύουν τους ανθρώπους. Τα έδιωχνε η πρώτη εμφάνιση του παπά με την αγιαστούρα.

epifania1

Ο καθιερωμένος αγιασμός στο σπίτι βοηθούσε για την υγεία και το καλό των ενοίκων του. Ο κόσμος τότε πίστευε στη δύναμη του αγιασμού. Παλιά φώναζαν πολλές φορές τον παπά στο σπίτι να κάνει αγιασμό και να ξορκίσει τα κακά πνεύματα, πότε την πρωτομηνιά κι άλλοτε όταν συνέβαιναν διάφορα άσχημα γεγονότα στο σπίτι και την οικογένεια.

Παράλληλα με τον αγιασμό τα παιδιά γύριζαν στα σπίτια κι έλεγαν τα κάλαντα των Φώτων:

Σήμερα τα φώτα κι ο φωτισμός
η χαρά μεγάλη τα’ αφέντη μας.\


Κάτω στον Ιορδάνη τον ποταμό
κάθετ’ η κυρά μας η Παναγιά.\


Όργανο βαστάει, κερί κρατεί
και τον Αϊ-Γιάννη παρακαλεί.


Άϊ-Γιάννη αφέντη και βαπτιστή
βάπτισε κι εμένα Θεού παιδί.


Ν’ ανεβώ επάνω στον ουρανό
να μαζέψω ρόδα και λίβανο.


Καλημέρα, καλημέρα,
Καλή σου μέρα αφέντη με την κυρά».

Η νοικοκυρά έδινε στα παιδιά από ένα κουραμπιέ ή μελομακάρονο κι από ένα φράγκο, άντε το πολύ δίφραγκο, γιατί δεν έδιναν την ίδια αξία στα κάλαντα των Θεοφανείων με  αυτά των Χριστουγέννων και της Πρωτοχρονιάς.

Ανήμερα  τώρα των Θεοφανείων η μέρα ξεκινούσε με τον εκκλησιασμό των πιστών. Στον Άγιο Κωνσταντίνο και στις άλλες εκκλησίες του νησιού ψελνόταν, όπως και την προηγουμένη, η ακολουθία των «Μεγάλων Ωρών». Επίσης την ημέρα των Θεοφανείων ψέλνεται στις εκκλησίες και το παρακάτω Κοντάκιο των Θεοφανείων:

«Επεφάνης σήμερον τη Οικουμένη,

και το φως σου Κύριε, εσημειώθη υφ’ ημάς,

εν επιγνώσει υμνούντας σε,

ήλθες εφάνη το φως το απρόσιτον».

Μόλις τέλειωνε η λειτουργία, οι παπάδες και το εκκλησίασμα έβγαιναν από την εκκλησία, όπως γίνεται και σήμερα και κατευθύνονταν στην «Κολόνα», στο σημείο όπου γινόταν η «κατάδυση του Σταυρού».

Ο μόλος εκεί ήταν στολισμένος με ωραίο πολύχρωμο σημαιοστολισμό από το Δήμο, καθώς και με κλαδιά  από φοίνικες και σμυρτιές. Φαινόταν σα να είχε στολιστεί για να υποδεχτεί βασιλιάδες και πρίγκιπες που θα ‘ρχονταν με βάρκα. Ο κόσμος που στριμωχνόταν στην παραλία, ερχόταν από την εκκλησία, μετά το τέλος της θείας λειτουργίας.

Στην παραλία, μπροστά στο Ηρώο, στηνόταν μια εξέδρα, όπου ανέβαιναν οι παπάδες με τους ψαλτάδες, τον δήμαρχο και τους άλλους  επίσημους και  γινόταν η  τελετή, ενώ στη θάλασσα γύρω-γύρω οι βάρκες σχημάτιζαν μια αλυσίδα, περιμένοντας να πέσει ο Σταυρός. Σε λίγο ερχόταν και η πομπή από την εκκλησία. Μπροστά ήταν παραταγμένα οι Σταυροί, τα εξαπτέρυγα και τα λάβαρα κρεμασμένα σε ψηλά κοντάρια. Τα κρατούσαν καμιά ντουζίνα πιτσιρικάδες, Ακολουθούσαν οι ψαλτάδες και πιο πίσω οι τρεις παπάδες του Πόρου με τα λαμπερά τους άμφια. Από πίσω ακριβώς ακολουθούσαν οι επίσημοι. Ο δήμαρχος, ο διοικητής του Προγυμναστηρίου, ο διοικητής της Αστυνομίας, ο Λιμενάρχης, ο Γυμνασιάρχης κι όλοι οι προϊστάμενοι των δημόσιων αρχών του νησιού. Στο τέλος ερχόταν όλος ο λαός. Όλη αυτή η πομπή ήταν πλαισιωμένη από ένα άγημα του ναυτικού που φορούσαν άσπρες ζώνες και άσπρες γκέτες.

stauros2

Στην εξέδρα ανέβαιναν οι παπάδες με τους ψαλτάδες, τον δήμαρχο και τους άλλους  επίσημους και  γινόταν η  τελετή. Οι  καμπάνες χτυπούσαν χαρμόσυνα. Οι ναύτες, τα παιδιά με τα λάβαρα και οι ψάλτες σχημάτιζαν ένα ημικύκλιο πίσω τους. Το Σταυρό στη θάλασσα τον έριχνε πάντα ο πάπα Γιώργης, εφημέριος της μητρόπολης. Σήκωνε στα χέρια του ψηλά το Σταυρό έτοιμος για να τον ρίξει στο νερό. Από τις γύρω βάρκες καμιά δεκαριά νεαροί περίμεναν με αδημονία τον παπά, για να πέσουν στη θάλασσα και να συναγωνιστούν ποιος θα πιάσει το Σταυρό.

Οι παπάδες έψελναν και όταν έφταναν στο «Εν Ιορδάνη βαπτιζομένου σου Κύριε», ο παπά Γιώργης με μια μεγαλόπρεπη κίνηση έριχνε το Σταυρό, που ήταν δεμένος με μια άσπρη κορδέλα στη θάλασσα.

Όλοι οι παπάδες έψελναν το Απολυτίκιο των  Θεοφανείων:

«Εν Ιορδάνη βαπτιζομένου σου, Κύριε,

η της Τριάδος εφανερώθη προσκύνησις.

του γαρ γεννήτορος η φωνή προσεμαρτύρει σοι,

αγαπητόν σε Υιόν ονομάζουσα

και το Πνεύμα εν είδη περιστεράς

εβεβαίου του λόγου το ασφαλές.

Ο Επιφανής, Χριστέ ο Θεός,

και τον κόσμον φωτήσας, δόξα σοι».

Στη συνέχεια ο παπά Γιώργης τραβούσε πάνω το Σταυρό και συνέχιζαν τη ψαλμωδία. Τον έριχνε για δεύτερη φορά και τον ξανατραβούσε πάλι απάνω. Την Τρίτη φορά τον πετούσε μαζί με την κορδέλα. Ταυτόχρονα  λευτέρωναν  ένα  λευκό  περιστέρι  που πετούσε στον ουρανό. Τότε έπεφταν με καρφωτές βουτιές από τις  βάρκες  οι  νεαροί και

κολυμπούσαν με μεγάλες και γρήγορες απλωσιές ποιος θα φτάσει πρώτος να πιάσει το Σταυρό. Εκεί γίνονταν ομηρικές μάχες κι ο τυχερός που τον έπιανε τον έδινε στον παπά και του φιλούσε το χέρι. Αυτός ασπαζόταν τον Σταυρό και τον έδινε και στους άλλους παπάδες και στους επισήμους να τον ασπαστούν κι αυτοί.

Το έθιμο αυτό το ‘λεγαν «πιάσιμο του σταυρού», και συνεχίζεται μέχρι σήμερα  Εκείνος που έβρισκε κι έπιανε πρώτος τον σταυρό, θεωρείτο τυχερός κι ευλογημένος και θα έχει τύχη και υγεία όλο τον χρόνο.

Πιο παλιά η κατάδυση του σταυρού για την ενορία της Ευαγγελίστριας γινόταν στην άκρη της Πούντας, κοντά στο εκκλησάκι του Σταυρού.

Οι Παλαιοημερολογίτες γιόρταζαν τα Θεοφάνεια δέκα τρεις μέρες αργότερα κι έκαναν την κατάδυση του Τίμιου Σταυρού στη προβλήτα που βρίσκεται μπροστά στο σπίτι του Μάνδυλα.

Τα νερά ήταν τώρα  παντού αγιασμένα. Κανείς πια  δαιμονικός φόβος από τις νύχτες και τα ξωτικά του χειμώνα, τα αερικά, τα παγανά, οι γνωστοί σε όλους μας καλικάντζαροι, που έκαναν την εμφάνισή τους στον απάνω κόσμο με την αρχή του Δωδεκαήμερου, παρατούσαν τις εγκόσμιες αταξίες τους για να ξαναγυρίσουν στο αιώνιο έργο τους: Να κόψουν το δέντρο, που κρατάει τον κόσμο, ώστε να γκρεμιστεί και να χαθεί, για να εκδικηθούν τους ανθρώπους.

Έτσι γινόταν παλιά «ο αγιασμός των υδάτων» στον Πόρο.-

 

Σχετικά με Babis Kanatsidis

Τα Θεοφάνεια παλιά στον Πόρο

Σχετικά Άρθρα

Απάντηση

Η διεύθυνση email δεν θα δημοσιοποιηθεί. Τα απαιτούμενα παιδία υποδεικνύονται με *

Όνομα *

Email *

URL